Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2016

Κέντρο "ΔΑΣΟΣ" στου "Βλάχου" Το σχολειό της λαϊκής μουσικής Τα ήρεμα και άγρια βράδια του ρεμπέτικου!

ΤΟ ΜΠΟΥΖΟΥΞΙΔΙΚΟ ΤΟΥ ΒΛΑΧΟΥ & ΟΙ ΑΓΡΙΕΣ ΝΥΧΤΕΣ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ..

Το "ΔΑΣΟΣ" του Αντώνη Βλάχου στο Βοτανικό (μάντρα) 

Ο μάγκας και νταής Αντώνης Βλάχος έφτιαξε το πρώτο οργανωμένο μπουζουξίδικο, δημιουργώντας το πιο πλούσιο πάλκο από πλευράς καλλιτεχνών, με Μάρκο Βαμβακάρη, Στράτο Παγιουμτζή, Στέλιο Κερομύτη, Ανέστο Δελιά, Γιώργο Μπάτη, Μιχάλη Γενίτσαρη, «Μπαγιαντέρα» κ.α. Πέρασε από εκεί και ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Κώστας Καρίπης, ο Λορέντζος, ο Χιώτης κ.α.. Ήταν ο πρώτος που το τόλμησε και δικαιώθηκε έχοντας πάρα πολύ δουλειά. 
 Υπήρξε ένα από τα αντιπροσωπευτικά μαγαζιά της μαγκιάς, των νταήδων, αλλά και των απλών λαϊκών ανθρώπων που ήθελαν να ακούσουν λαϊκό τραγούδι από ίδιους τους δημιουργούς του!!..

Ένα από τα σπουδαιότερα μαγαζιά του ρεμπέτικου ήταν το "Δάσος" στο Βοτανικό επί της Ιεράς Οδού, στον αριθμό 145 (και αργότερα στο Αιγαλεω, το 1947 και μετά). Από το 1936, που το αγόρασε ο περίφημος Αντώνης Βλάχος, μέχρι το 1940 που ξέσπασε ο πόλεμος, περάσαν από το "Δάσος" όλοι σχεδόν οι εκπρόσωποι του κλασικού ρεμπέτικου τραγουδιού!. Το γιατί ήταν "περίφημος" ο Βλάχος θα το δούμε σε λίγο...


*Γύρω στο 1954, ο Αντώνης Βλάχος είχε ανοίξει μαγαζί και στην Γλυφάδα.

Το 1936 έπιασε εκεί δουλειά (στο Βοτανικό) ο Παπαιωαννου μαζι με τον Μαρκο, τον Παγιουμτζη, τον Κερομυτη, το Χατζηχρηστο, τον Μπατη, τον Ανεστη Δελια (το Ανεστακι), τον Μπαγιαντερα, τον Καριπη στην κιθάρα και στο βιολί τον μπαρμπα-Μητσο τον Λορεντζο.
Ο Αντώνης Βλάχος
Το μεροκάματο του τρόμου! 
"Κίνδυνο - Θάνατο!" χαρακτηρίζει το "Δάσος" ο Γιάννης Παπαϊωάννου. Και προσθέτει: "Μαζεύονταν εκεί μάγκες, κουτσαβάκια, παλιοι καταδικοι, πιτουρομαγκες, κουτομαγκες και οτι βάλει ο νους σου. Παιζαμε στο παλκο και ειχαμε πιστολια κρεμασμενα ζουλα στο παντελονι. Βαραγαν πιστολιες χωρης λογο. Ετσι φιγουρα. Σκοτωναν με ανεση , για γουστο, παρεξηγηση για το τιποτα"..
* Ο Μ. Γενίτσαρης στην αυτοβιογραφία του λέει "Εμείς κάθε βράδυ ήμασταν μελλοθάνατοι"...
Σε συνθηκες σαν κι αυτες, χαρακτηριστικες για την εποχη, ο Παπαιωαννου, αλλα και οι υπόλοιποι ρεμπετες εγραψαν μερικα απο τα ομορφοτερα τραγουδια τους. 
Ήταν το σχολειό της ρεμπετικης και λαϊκής μουσικής!
Ο Στρατος Παγιουμτζης ηταν κουμπαρος του Βλαχου που ειχε το μαγαζι.. Ο Αντωνης Βλαχος ηταν απο το Μενίδι, ενας απο τους πιο αγριους νταήδες της εποχης. 
Μαζί με τον αδερφό του ξεκίνησαν φτωχόπαιδα εξασκωντας το επαγγελμα του παπλωματα. Οταν αγορασαν το "Δασος" και το ανοιξαν μπουζουξιδικο, ειχαν ηδη φημη νταηδων!, ο δε Αντωνης ειχε κανει ηδη φυλακη για διαφορους φονους. Προσελαβαν μπραβους της ιδιας παστας, με εξεχοντες ολων το Χαραλαμπο Μπουχο και τον Μπερτζεκο. Ο Μπουχος απο το Μενιδι θα προταγωνιστησει σε πολλους "τσαμπουκαδες" της εποχης, που λαμβανε χωρα στο ημιφως της προπολεμικης ελληνικης κοινωνιας, σε μαγαζια οπως το "Δασος" .. Ο Μανωλης Χιωτης αναφερει οτι ο Μπουχος, ο οποιος εκτος απο νταης σε μαγαζια ηταν και τραμπουκος της Δεξιας, περηφανευονταν οτι στα Δεκεμβριανα  έριξε τηνπρωτη πιστολια!. Ο Μπαγιαντερας αναφερει για τον Μπουχο οτι "ηταν αγριομαγκας σε σημειο να φοβασαι να του μιλησεις"
Ο Βλάχος ήταν πολύ σκυλόμαγκας χωρίς μέτρο και ζυγαριά.. Πολύ άγριος νταής. Δεν σεβόταν τους καλλιτέχνες που δούλευαν στο μαγαζί του.. «Όποιον έπαιρνε σβάρνα έπρεπε να τον σακατέψει. Δεν σεβόταν ούτε τη μάνα του. Σακάτεψαν από το πολύ ξύλο, αυτός και οι μπράβοι του, το Μάθεση τον Τρελλάκια. Μια άλλη φορά χαστούκισαν το γέρο Μπάτη, ενώ ο ίδιος ο Βλάχος κούφανε από το πολύ ξύλο το Χατζηχρήστο, που ήταν ένα παιδί άγιο! Μονο στον Μπαγιαντερα δεν περναγαν αυτα..», θυμαται ο μπαρμπα-Γιαννης Παπαϊωάννου.
Ο Δημητρης Γκόγκος (Μπαγιαντέρας)
αριστερα ως πρωταθλητής της
ελληνορωμαϊκής πάλης (1922)
Είχε δίκιο ο Παπαϊωάννου. Ο Μπαγιαντερας ηταν ειδικη περιπτωση!. Οταν πρωτοπηγε στο μαγαζι του Βλαχου, ο Μπαγιαντερας του κολλησε αμεσως..



«Τραβα στο αποχωρητηριο, μαγκιτη», του λει ο Μπαγιαντερας, «και ζουλα αναμεσα στα κεραμμυδια θα βρεις ενα πιστολι δικο μου κρυμμενο, που προοριζεται γαι αυτον που θα με ενοχλησει..»

Ο Βλαχος δεν απαντισε. Καταπιε το νταηλίκι του, πήγε στο αποχωρητήριο, εφερε το πιστολι στον Μπαγιαντερα και τον συμβουλεψε δηθεν πατρικά να μην το κρυβει στο αποχωρητήριο γιατι θα το χασει..

Μετα απο μερες , τα πνευματα οξύνθηκαν ξανα και ο Μπαγιαντερας απειλησε να φυγει απο το μαγαζί..

«Δεν θα πας πουθενα!», του λεει ο Βλάχος.
«Θα φυγω και θα παω οπου γουσταρω»
Ο Παπαϊωάννου, που ήταν μάρτυρας του περιστατικού, οπως και ολοι οι υπολιποι μουσικοι, περιμεναν οτι αυτο θα ηταν το τελος του Μπαγιαντερα.. Ο Βλαχος οπλοφορουσε παντα και δεν το ειχε σε τιποτα να τραβήξει πιστόλι. Ομως δεν το εκανε. Κουβεντα στην κουβέντα, οι δυο τους αποφασισαν να λυσουν τις διαφορες τους την επομενη μερα το μεσημερι, σε ενα καφενειο..

Στο ραντεβου πηγε μαζι με τον Βλαχο ο αδερφος του, καθως και ο Μπουχος!. Καθισαν σε ενα τραπεζι και ο Βλαχος βγαζει απο κατω το πιστολι του για να φοβερισει τον Μπαγιαντερα.

«Προσεξε Μπαγιαντερα, γιατι την εχεις ασχημα!» του λεει.

Δινει τοτε ο Μπαγιαντερας μια με το χερι του και αφοπλιζει το Βλαχο.. Οι απειλες και οι βρισιες που περιλουζουν ο ενας τον αλλο στη συνεχεια.. ξεπερνουν τη φαντασια!..

«Δε ρωτας αυτον που εχεις διπλα σου, να σου πει για μενα;» λεει ο Μπαγιαντερας, εννοωντας τον Μπουχο, με τον οποιο ειχαν κανει μαζι φυλακη στο παρελθόν..

Η παρεξηγηση εληξε με επεμβαση του Μπουχου και ο Μπαγιαντερας εφυγε απο το μαγαζι του Βλαχου περνοντας μαζι του τον Μπατη, το Χιωτη, τον Ν. Καρυδακια και τον Ανεστη, παραγγελνοντας του Βλαχου οτι ετσι και τον ξαναδει μπροστα του θα τον παλουκώσει!.

Ο Γ.Μπάτης (μπαγλαμάς), ο Νίκος ο Καρυδάκιας (μπουζούκι), που τον στραγγάλισαν το 1942, ένας μικρασιάτης με ούτι, 
και κάποιοι φίλοι (Πειραιάς, 1938)

Αυτος ηταν ο Βλαχος και το "Δασος" του κι εκει δουλεψε ο Παπαιωαννου με την κομπανια του, παιζοντας για ωρες χωρις μικροφωνα, για πενταροδεκαρες, με τα «πιστολια στη ζουλα», υπο τη συνεχεη απειλη του Αντωνη Βλαχου και των μπραβων του. Ωστοσο, υπηρχε βαθια συναδελφικοτητα αναμεσα στους μουσικους. «Ωραια χρονια,αξεχαστα», λεει ο Παπαϊωάννου. Μεχρι που απαγορεψε τα μπουζουκια ο Μεταξας και εκλεισε και το "Δασος". Η απαγορευση ηταν για μια...Βαρβαρα.
(Μερος απο το ΜΥΘΟΣ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΣ-ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ)


*Οι φωτο που υπαρχουν (εκτος απο την πρωτη στο Βοτανικο-μαντρα) ειναι απο το μεταπολεμικο μαγαζι του Βλαχου ''ΒΛΑΧΟΣ'' στο Αιγάλεω, του 1947 και μετά..


Ο Γενίτσαρης παίζει μπαγλαμά, για να διασκεδάσει η παρέα του διαβόητου Νίκου Κατελάνου στο μαγαζί του Βλάχου (μπροστά από τον Γενίτσαρη), 1952! Ένα μάτσο νταήδες της εποχής "συνεδριάζουν" γλεντώντας, στου "ΒΛΑΧΟΥ!"
(Από αριστερά: Ο πρώτος άγνωστος, δεύτερος ο Αντώνης Βλάχος, τρίτος ο Νίκος Κατελάνος, τέταρτος Πέτρος Δασκαλέας, πέμπτος άγνωστος και έκτος ο Γράβεζας. Όρθιος με τον μπαγλαμά, ο Μιχάλης Γενίτσαρης στις τελευταίες εμφανίσεις του, λόγω που μετά από λίγες ημέρες στο ίδιο μαγαζί, μαχαίρωσε στην κοιλιά έναν από τους Κατελάνους και από τότε δεν ξαναδούλεψε, στη "νύχτα")


Μερικές ακόμα πληροφορίες γράφει (στο fb) ο Νίκος Πολυγένης: ΑΝΤΩΝΗΣ ΒΛΑΧΟΣ ο πρώτος των μπουζουκοαφεντικών!!!!! Ο πρώτος έφτιαξε μπουζουξίδικο οργανωμένο. Το φημισμένο ''ΔΑΣΟΣ'' (πρώην Σερελέα) το 1936 στο Βοτανικό. Ο Αντώνης Βλάχος ήταν Αρβανίτης από το Μενίδι. Σε νεαρή ηλικία έγινε χωροφύλακας , γρήγορα όμως τα παράτησε και βγήκε στο κουρμπέτι (αγαπητιλίκια, σωματεμπορίες, χασισεμπόριο μπραβιλίκια σε χαρτοπαικτικές λέσχες κ.λ.π.) Παράλληλα έκανε χρέη σωματοφύλακα-τραμπούκου σε πολιτικούς της δεξιάς και έτσι είχε την προστασία τους. Λέγανε μάλιστα πως ο φάκελός του στην Ασφάλεια, είχε κόκκινη γραμμή, όπως και των Κατελαναίων! που σημαίνει, ότι μόνο για φόνο θα μπορούσαν να τον συλλάβουν!! Οι Μενιδιάτες συμπατριώτες του δεν του είχαν ιδιαίτερη εκτίμηση, ούτε μπορούμε να πούμε ότι ήταν αγαπητός στο σινάφι του. Ασκούσε τα πάρα πάνω «έργα» μέχρι το 1935 που πήρε το ΔΑΣΟΣ στο Βοτανικό από τον Σερελέα και το λειτούργησε μέχρι την κήρυξη του πολέμου. Σε αυτό το διάστημα έδειξε τον χειρότερό του εαυτό σαν επιχειρηματίας, απειλώντας βρίζοντας και χειροδικώντας το καλλιτεχνικό του προσωπικό, όπως τον Χατζηχρήστο, τον Μπάτη τον Δελιά κ.α. Μόνο στον ΄΄Μπαγιαντέρα΄΄ δεν πέρασε το νταηλίκι του. Νταηλίκι φουσκωμένο από το «μεγάλο» όνομα που είχε φτιάξει, σκοτώνοντας τον άλλον περιβόητο νταή, Ρουχίτσα. Μεταξύ 1940 και 1949 τον βρίσκουμε να λειτουργεί δυο μαγαζιά, ένα με μπουζούκια στην Δεληγιώργη και Ζήνωνος στην περίοδο της κατοχής και ένα οινομαγειρείο στην Αγησιλάου γύρω στο 1948, που το κράτησε και αφού είχε ανοίξει το 1949 στο Αιγάλεω το ΄΄ΒΛΑΧΟΣ΄΄ Σημαντική βοήθεια δέχτηκε από την Μαρία το «μποτέλι» μια κοντούλα Μυκονιάτισσα πόρνη (εξ ου και το μποτέλι!) που στη συνέχεια την αποχαρακτήρισε και την παντρεύτηκε κάνοντάς την κυρία Μαρίκα και δεξί του χέρι, στα μαγαζιά του. Είναι αλήθεια ότι από το 1949 και μετά δεν έδωσε αφορμή για αρνητικά σχόλια σχετικά με την διαγωγή του. Ίσως επειδή είχε μεγαλώσει αρκετά (ήταν κοντά στα πενήντα). Την σκυτάλη στις ..μαγκιές, την είχε πάρει ο μικρός αδελφός του ο Τάσος, σαν έφυγε από κοντά του και άνοιξε δικά του μαγαζιά. Όμως δεν έπειθε σαν «σκληρός» νταής, μόνο σαν αδελφός του Βλάχου μέτραγε! Όπως όμως όλοι οι νταήδες, κάποιον είχαν που τον τρέμανε έτσι και ο Αντώνης είχε τον Βασίλη Πετρόπουλο τον «λιγδιάρη»! που του πλήρωνε και μίζα κάποιο διάστημα. Κάπου μετά το 1960 ο Αντώνης ο Βλάχος απεβίωσε μπατιρισμένος και ξεχασμένος! Το μόνο αναγνωρίσιμό του είναι η τόλμη του σε εκείνες τις εποχές που βασίλευαν τα σαντουρόβιολα, να φτιάξει το πρώτο οργανωμένο μπουζουκάδικο και έτσι να προωθηθεί το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι! *Πηγή: κείμενο Νίκος Πολυγένης (fb).
Ο βιολιστής Βάγιας, κάποια άγνωστη, η Σωτηρία Μπέλου, η Μαρίκα Νίνου κι ο Βασίλης Τσιτσάνης, διασκεδάζουν στου "Βλάχου" , με πολλά κεράσματα από μπίρες! (1951)

*1956 περίπου - στου "Βλαχου" Ζαμπετας, Ανθη Παπα, Β. περπινιαδης, Λακης Ματθαιου.. μπροστά το αφεντικό Αντώνης Βλάχος! -
πισω μισοκρυμμενος με το μπουζούκι ο μέγας Μάρκος!
Ο Γιώργος Ζαμπέτας το 1938 σε ηλικία 13 ετών, καθώς γυρίζει απ΄τα μαθήματα του νυκτερινού γυμνασίου, πηγαίνει τακτικά στο ΔΑΣΟΣ, στο θρυλικό μαγαζί με μπουζούκια του Αντ. Βλάχου κάπου στο Βοτανικό Κήπο. Εκεί, σκαρφαλωμένος στον τοίχο άκουγε με κατάνυξη τις γλυκιές πενιές, τα μυθικά τραγούδια των Μάρκου, Στράτου, Τσιτσάνη και Χιώτη τους οποίους γνωρίζει.
*
Το 1956 (πλέον επαγγελματιας) παίζει στο μαγαζί του Αντ. Βλάχου μαζί με τον Μάρκο, οπου είχε βρεθεί στο περιθώριο την εποχή εκείνη, κάτι που τον πονούσε ιδιαίτερα να βλέπει, αφού στο πρόσωπο του Μάρκου κι άλλων παλιών συνθετών αναγνώριζε «τις κολώνες του Παρθενώνα».

Απόκριες, 1952 περίπου, στο οικογενειακό κέντρο του '' Βλάχου ''.. Από δεξιά: ο Βαγγέλης Περπινιάδης (κιθάρα), ο Γιώργος Ζαμπέτας (τρίχορδο), η Βαγγελίτσα, ο Στράτος Παγιουμτζής, ο Μιχάλης Γενίτσαρης (τζουρά).. Όρθιοι: ο Χρήστος με το ακκορδεόν, (πιάνο ο Νίκος Μπουρλιάσκος) δίπλα του (αριστερά) ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού..ο Αντώνης Βλάχος, ο οποίος.. κοιτάει προς τον μπαγλαμά που κρατάει ενας φίλος..

Ο Μιχάλης Γενίτσαρης, ο Στράτος "ο τεμπέλης", η Βαγγελίτσα, ο Ζαμπέτας, ο Βαγγέλης Περπινιάδης, πιάνο ο Νίκος Μπουρλιάσκος κι ο Χρήστος (ακορντεόν). Ο Βλάχος όρθιος μπροστα απο τον Περπινιάδη, το 1952 περίπου..
Ο Θανάσης Μπάτης, η ΧάΪδω, ο Αργύρης Βαμβακάρης, ο Στράτος και πίσω τους, ο Γιώργος Παπαδόπουλος κιθάρα, πιάνο ο Νίκος Μπουρλιάσκος και ο Μπομόνης ο ακορτνεονίστας, στου Βλάχου 1948 - '51 περίπου ..
Ο Μιχάλης Γενίτσαρης και Αργύρης Βαμβακάρης με μπουζουκια, ο Στράτος "ο Τεμπέλης" τραγουδά!, ο Γιώργος Παπαδόπουλος στην κιθάρα, ο Θανάσης Μπάτης μπαγλαμα, Πιάνο ο Νίκος Μπουρλιάσκος κ.α (1948 - '51)
1951-'52 O ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΝΙΤΣΑΡΗΣ (αριστερα) ΚΑΙ Ο ΖΑΜΠΕΤΑΣ (ορθιος) ΑΚΟΥΝ ΚΑΠΟΙΟΝ ΠΕΛΑΤΗ ΤΟΥ ΜΑΓΑΖΙΟΥ ΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ. * Πιάνο ο Νίκος Μπουρλιάσκος.

Γενιτσαρης, Β.Περπινιαδης, Ζαμπετας, Στρατος στου Βλαχου 1951. Πιάνο ο Νίκος Μπουρλιάσκος.

Ο Μιχάλης Γενίτσαρης, στου Βλάχου (1949)

Ο Στράτος με τον Ζαμπέτα, στου Βλάχου 
Ο Στράτος Παγιουμτζης, στο μαγαζί του κουμπάρου του Βλάχου 1952 (άποψη μαγαζιού).

Γενίτσαρης, Ανθούλα Αλιφραγκή, Ορφέας,
Λάυκας, Μπουρλιάσκος (πιάνο) και Νίκος (ακορντεόν), στου Βλάχου 1949 ..
Αφηγητε ο Μηχαλης Γενίτσαρης: Μετά πιάνω δουλειά στο «Δάσος», στου Αντώνη του Βλάχου (1937-'38). Δούλευε τότε εκεί 
ο Μάρκος, ο Μπάτης, ο Χιώτης, ο Στράτος, μια τραγουδίστρια, η Μαρίκα η Πολίτισσα, ο Λορέντζος ο «μπαρμπα-Μήτσος»(γιατί  ήταν ο πιο γέρος), ο Καρίπης ο Κώστας και  τσίμπαλο ο Στελλάκης της Ρίτας-έτσι  τον έλεγαν, γιατί  είχε τη Ρίτα την Αμπατζη γκόμενα.. Εκεί πια έγινα κ εγώ μπουζουξής. Κάθε βράδυ σ'αυτό το κέντρο γινότανε το σώσε μέσα 'κεί .. Να σκεφτείς ότι είχε τέσσερις  μπράβους. Όταν λέμε «μπράβους», μιλάμε για κουτσαβάκια που το'λέγε η ψυχή τους. Ήταν ο μπαρμπα Σταματης ο Τζεβελέκος-Μενιδιάτης αυτός, εγκληματόμουτρο, ο Μπουχός ο Χαράλαμπος, ο Κώστας ο Καργαδοΰρης και  ο καταστηματάρχης, που ήταν κι  αυτός μούτρο. Αυτοί όλοι  είχανε κάνει  χρόνια φυλακή με το Σακαφλιά, το Ροχίτσα, το Νικο Σκριβάνο, τον  Περιβολά,  τον Βετούλη και  με άλλους τέτοιους. Εγώ εκεί  άρχισα να γίνουμαι  φίλος μ'αυτούς. Άκουγα τις ιστορίες τους και  έβαλα μπρος να τις εφαρμόσω κ 'εγώ. Εκεί  εγώ έμπλεξα με μια γκόμενα την  έλεγαν  Σοφία, ήταν ελευθέρων ηθών, η οποία εμένα μάλλον με ξεμυάλισε. Όπως ήμουνα τρελός, απόγινα μαζί  της..


~Πολλές φωτογραφίες και πληροφορίες είναι μέσα από τα βιβλία του αξέχαστου και πρωτοπόρου ερευνητή ΗΛΙΑ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ

δεξια φωτο: Ο 'τσιριμπασης*' Νίκος Σκριβάνος, στο προαύλιο της φυλακής Συγκρού, το 1926. Ο Σκριβάνος μπήκε πολλές φορές φυλακή για φόνους. Εδώ τον βλέπουμε να κάθεται στην πολυθρόνα του διευθυντή της φυλακής! (ο οποίος, βεβαίως, δεν τόλμησε να αρνηθεί) αριστερη φωτο: Ο ερασιτέχνης μπουζουξής Γιώργος Αγαθάκης, αδερφός τους Σκριβάνου
Οι παλιοί νταήδες Βαγγέλης Βετούλας, Μαρίνος Βογιατζής (Μουστάκιας), Σωτήρης Περιβόλας καθιστοί και Κώστας Περιβόλας, Αργύρης Τζώρτζης και Νίκος Μάθεσης όρθιοι, στις φυλακές της Αίγινας (1932) Οι αδελφοι Περιβόλα, Κώστας και Σωτήρης είχαν το ομώνυμο κέντρο στην Κοκκινιά. Το 1927 φτιάχνουν την ταβέρνα ΠΕΡΙΒΟΛΑΣ που στα μεταπολεμικά χρόνια έπαιξε σπουδαίο ρόλο για το λαϊκό τραγούδι και τους δημιουργούς του, μέχρι το '68 οπού έκλεισε. πηγη
Ξακουστοί νταήδες του Πειραιά, Γκίκας Μενιδιάτης και Βαγγέλης Βετούλης.
Εδώ εικονίζονται στην αυλή της φυλακής Συγκρού, το 1933

Ο σημαντικότερος *τσιρίμπασης του παρελθόντος αιώνος, ήταν ο Νίκος Σκριβάνος, του οποίου πρωτοπαλίκαρο ήταν ο Νίκος Μάθεσης (ή τρελάκιας). Γνωστός τσιρίμπασης κι ο Σακαφλιάς, στη φυλακή Τρικάλων, που τον έφαγε η μαρμάγκα (ο Αντωνίτσης), είτε για να γίνει αυτός τσιρίμπασης είτε για λογαριασμό άλλου επίδοξου αφεντικού (δεν έχει εισέτι διευκρινισθεί, ακόμα).
* τσιρίμπασης (Κλασική αργκό της φυλακής): Ο κουμανταδόρος, το άτυπο αφεντικό των φυλακισμένων, συχνά με την ανοχή του τυπικού αφεντικού (Διευθυντή) και σίγουρα με το δέος των φυλάκων. Ο υπερθετικός του βαρύμαγκα, αλλά και με σαφή ηγετικά προτερήματα. Πιθανότατα τούρκικης προελεύσεως.(διαβασε περισσότερα εδώ)


«Εκεί πια έγινα μπουζουξής. Κάθε βράδυ σ' αυτό το κέντρο γινότανε το σώσε μέσα 'κει...». Μ. Γενίτσαρης
Στο μαγαζί του Βλάχου είδαν πολλά τα μάτια του Γενίτσαρη.  Μπλέχτηκε σε δύο σοβαρές ποινικές υποθέσεις εκείνη την περίοδο που η μία του στοίχισε πάλι την εισαγωγή του στη «στενή» για μερικούς μήνες. Βγήκε και συνέχισε την εργασία του στο «Δάσος», ώσπου το μπλέξιμό του σε έναν καυγά με πυροβολισμούς και τραυματισμούς τον οδήγησαν στην εξορία. Το Μεταξικό καθεστώς τον έστειλε στη Νιο ως δημόσιο κίνδυνο διότι, όπως του είπανε, είχε μπλέξει σε πολλές φασαρίες.
«...Τι να κάνω; Ντύθηκα, βγαίνω έξω. Είχανε την κλούβα, με βάζουνε μέσα, και με πάνε στον προϊστάμενό τους, και αυτός μου παρουσιάζει ένα χαρτί να το υπογράψω. Του λέω: Τι είναι αυτό; Και αυτός μου λέει: Αυτό το χαρτί, μια που είναι καλοκαίρι, στο στείλαμε να πας να παραθερίσεις. Σε στέρνουμε ένα χρόνο εξορία για Δημόσιο επικίνδυνο. Του λέω: Πού; Μου λέει: Στη Νιο...».
* Το καλοκαίρι του 1944 παίζουν μαζί στου Βλάχου, ο Ανέστος Δελιάς (πέθανε τον Ιούλιο του 1944) , ο Στράτος και ο Γενίτσαρης!

Ο Γενίτσαρης τραγουδάει, μπουζουκι ο Λαυκας και ένας νάνος μάγκας χορεύει ζεϊμπέκικο, στου Βλάχου (1948).

- / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - 

Ο μέγας Μάρκος Βαμβακάρης θυμάται:
1935-'37.. "Μετά τις περιοδείες με περίμεναν να πάω στην Αθήνα στο Βοτανικό. Εκεί στο Δάσος ο Αντώνης ο Βλάχος είχε ένα μαγαζί μπαρ σε μια μάντρα, στίς γραμμές του σιδηροδρόμου. Καί άρχισα να κάνω την ορχήστρα μου. Επήρα τότε μαζί μου για πρώτη φορά τόν Ιωάννη Παπαΐωάννου καθώς και τον Καρίπη τον Κώστα, και τον Στέλιο τον Κερομύτη, ένα καλό παίδι καί καλό μπουζουκάκι, καί κάποιον Στέλιο με το σαντούρι του, και είχαμε την ορχήστρα τη λαϊκή, την καθεαυτό ορχήστρα δηλαδή τη μάγκικη. Αργότερα είχα και την Χασκιλ την Εβραία. Δεν μπορώ να σας παραστήσω τι έγινε εκεί. Κάθε βράδυ εμαζευόντανε άπειρος κόσμος και καθόντανε και γλένταγε από το βράδυ μέχρι τις πέντε έξι ή ώρα! Καί κάθε βράδυ μας άκουαν όλους καί χειροκροτούσαν. Κάθε βράδυ εγινόντανε πανηγύρι και έγραψα ένα τραγούδι εκεί .........Κάθε βράδυ θα σε περιμένω κι όπου θέλω γώ θα σε πηγαίνω.........
Αυτό το τραγουδού
σα καί το εχόρευαν χασάπικο. Κάθε βράδυ πανζουρλισμός

- / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / -

ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΠΑΓΙΑΝΤΕΡΑ:
Στo “Δάσος” με πήρε ο Στράτος με 150 δρχ. μεροκάματο. Δέχτηκα μια και ήμουν πρωτάρης. Δούλεψα κάνα χρόνο. Κάποιο βράδυ έγινε μια παραξήγηση για το μεροκάματο.. Εν τω μεταξύ έχει έρθει και ο Μανώλης ο Χιώτης, σαν δεύτερο μπουζούκι. Τον παίρνω τον πάω στην εταιρία.. Του κακοφάνηκε του Στράτoυ, επειδή με τον Μανώλη τραγουδήσαμε πρώτη εκτέλεση το "Σαν μαγεμένο το μυαλό μου" και "Ζoύσα μοναχός χωρίς αγάπη". Λέμε ακόμα το "Αλάνη με φωνάζουνε" και "Μάτια γλυκά και γαλανά". Αυτά το 1937..
Μου κολλήσαν λοιπόν εκεί μέσα μια βραδιά πoλύ άσχημα και οι μουσικάντες. Ο Μάρκος, ο Στράτος και ένας που τον είχε φέρει ο Μάρκος για μπαγλαμά, τον Kαρυδάκια. Τον έπνιξαν αυτόν, πνιχτός έγινε στην Κατoχή..
Εγώ τσαντίστηκα, να πούμε. Είχα ένα σουγιά γερμανικό, μια σούστα, κάνω έτσι τoν ανοίγω, βάζω σ' ένα τοίχο τον Μάρκο. Θεός σχωρές τον. Δεν είναι στη ζωή ούτ’ ο Στράτος. Είναι όμως κάποιος άλλος που μπορεί να τα πει αυτά, ο Παπαϊωάννου (σ.σ.: ζούσε τότε ο Γιάννης Παπαϊωάννου). Γίναμε μετά πρώτοι φίλοι!.
Ένα βράδυ τον πλακώνoυν τον Μάρκο στις μπιστολιές και δεν μπορεί να φύγει να πάει σπίτι του.. Έμπα στ' αυτοκίνητο, του λέω, και θα μπω εγώ ρε μπροστά. Να δεις τι αξία έχω εγώ ο τρισπιθαμίτης!..
Μέσα στο μαγαζί είχε δυο νταήδες. Ο ένας ήτανε Μενιδιάτης και λεγόταν Βερτσέκος. Εβδομήντα χρονώ άλλα έκοβε ένα αμάξι ξύλα μέσα σε μια ώρα. Θερίο!. Κι άλλον ένα ακόμα, ο Μπουχός ο Χαράλαμπος. Αυτοί ήσαν οι πρώτοι νταήδες της Αθήνας. Εγώ βέβαια ήμουνα απ’ τον Περαία. Δεν είχα καμιά θέση. Αλλά τον Μπουχό τον εγνώρισα στη φυλακή. Είχε φάει ισόβια.
Και όταν με είδανε στο πάλκο του λένε αυτού που είχε το μαγαζί, αυτούς τους δυo τούς είχε για κουτσαβάκια, αξιοσέβαστοι σ' όλη τη μαγκιά της Αθήνας. Τους τρέμαν όλοι!. Μάλλον από σεβασμό και από νταηλίκι. Αυτός προ παντός ο Βερτσέκος, στη μουστάκα του κρέμαγε είκοσι άντρες. Είχε ένα μάτι του αητού, που λέμε.
Του λένε, λοιπόν, του καταστηματάρχη, που είχε το "Δάσος", του Βλάχου του Αντώνη του συχωρεμένου, αρβανίτικα. Κάτι που πήγε να μου πει, του λένε: "Πουσό", που πάει να πει "σώπαινε". Αυτός ήξερε πως εγώ ήξερα αρβανίτικα, ο Μπουχός. "Τον ξέρω από τη φυλακή", του λέει, "αυτό το μικροσκοπικό ανθρωπάκι. είναι άξιοσέβαστο και καλό".. Σταματήσανε πια να μ' ενοχλούν.. Tην άλλη μέρα όμως ήτανε αργά, εμένα μ' είχανε πειράξει. Παίρνω τον Στράτο, τον εαυτό μου, παίρνω τον Χιώτη κι έρχομαι κι ανοίγουμε στο Περιστέρι μια δουλειά απέναντι στον Άγι' Αντώνη, του Αντώνη του Ηπιώτη ένα κέντρο, μ’ ένα σιντριβάνι στη μέση.. Ήρθαν οι Βλαχαίοι, πoύλησαν αγριάδα.. Είχα όμως αφεντικό ντερβίσικο. Αυτός ο Αντώνης ο Ηπιώτης ήταν πολύ μαγκίτης. 'Ήτανε και νταής του Μερκούρη (πολιτικός). Σμυρνιός μεν, Μικρασιάτης, αλλά ξέρεις κάτι φουφουλάδες, ψυχωμένοι πολύ που τους έτρεμε όλη η Σμύρνη. "Μη φοβάσαι Μπαγιαντέρα", μου λέει...». Του 'χω δώσει ένα γερό τάγιο, πριν χάσω τα μάτια μου..
Δέκα μέρες είχε που 'χε βγει που σκότωσε έναν άνθρωπο, τον Κώστα τον Στρίγγλα μέσα στην κεντρική αγορά του Πειραιά.



Κάποια βραδιά στο "Δάσος" ένας φίλος μου χάρισε ένα κουκλάκι της δραχμής. Δεν είχε καμιά αξία. Το κρέμασα δίπλα μου. Στο μαγαζί βρισκόταν ο Μάθεσης μ’ έναν βαρύμαγκα τσαγκάρη, τον Σταύρακα. Ο Μάθεσης ήταν γνωστός σαν παλικαράς και φονιάς. Σε μια στιγμή που έλειψα πήγε και μου πήρε το κουκλάκι. Δε με πείραξε που το πήρε αλλά με πείραξε που το πήρε ανερώτητα. Γιατί δηλαδή, επειδή ήταν κουτσαβάκι;

Κείνη τη βραδιά είπαμε πολλές βαριές κουβέντες. Mπήκαν στη μέση και μας χωρίσανε.. 

Μετά λίγες ημέρες, με την τότε αρραβωνιαστικιά μου και σημερινή σύζυγό μου, τη Δέσποινα, κατεβήκαμε στην αγορά του Πειραιά να ψωνίσουμε. Γεμίσαμε ένα δίχτυ ψώνια, ψάρια, παντζάρια και πηγαίναμε για το σπίτι μας. Ξαφνικά τρώω ένα χαστούκι που αστράψανε τα μάτια μου. Ήταν ο Μάθεσης με δυο φίλους του, αδέλφια, που ήσαν καλά παιδιά.

Με είχε κτυπήσει μπαμπέσικα. Μου ’φυγε από τα χέρια το δίχτυ και σκόρπισαν στο δρόμο τα ψάρια, τα παντζάρια που είχαμε αγοράσει κι όλα τ’ άλλα.

Αυτός νόμιζε πως θα το έβαζα στα πόδια. Συνήλθα αμέσως και του είπα ότι γι’ αυτό που έκανες θα σε τιμωρήσω.

Του δίνω λοιπόν μια γροθιά, ένα ντιρέκτ να πούμε, στο πρόσωπο και τον ξαπλώνω φαρδύ - πλατύ στο δρόμο. Τον έπιασε η πρώτη μπουνιά μου. Τον καβάλησα, τον έψαξα πρώτα. Φοβήθηκα μην είχε τίποτα (πιστολι/μαχαιρι). Πέσαν οι άλλοι. «Μη Μήτσο, μη». Tην ώρα που σηκώθηκα του ‘δωσα και μια μπουνιά και μια κλοτσιά όπως ήταν χάμω. Βέβαια αυτό δεν ήταν σωστό.. Σηκώθηκε επάνω και μου μάζεψαν αυτοί τα πράγματα. Από τότε όταν με έβλεπε άλλαζε δρόμο...»
Ο Μάθεσης με την παρέα του στον Πειραιά το 1930

Ο Μάθεσης με τους ψυχογιούς του
(φοράνε το τυπικό κοστούμι του ψαροπώλη),
στον Πειραιά το 1932
- / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / -

Η πρώτη φορά που εμφανίστηκε σε πάλκο ο Μ. Χιώτης επαγγελματικά ήταν δίπλα στον Στράτο Παγιουμτζή, στο ιστορικό μπουζουξιδικο εκείνης της εποχής, το «Δάσος» του Αντώνη Βλάχου. Από εκείνο το μαγαζί είχαν περάσει ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Βασίλης Τσιτσάνης και άλλοι.. Τότε ήταν που συνάντησε και τον Στεφανάκη Σπιτάμπελο, τον σπουδαίο μουσικό από τη Σύρο, ο οποίος, εκτός των άλλων, του αποκάλυψε τα μυστικά και τα παράξενα κουρδίσματα του αγαπημένου του μουσικού οργάνου, του μπουζουκιού!..
Φωτογραφία με τον νεαρό Χιώτη, τον Σπαγκαδόρο
 και τον Σπιτάμπελο
(Αθήνα, 1938)


- / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / - / -



Άλλο ένα ιστορικό γεγονός (γνωριμία) στο μαγαζί του Αντώνη Βλάχου μας διηγιέται ο μπάρμπα-Δημήτρης Γαλάνης, όπου έζησε το ρεμπέτικο και το 'Δασος' στα παιδικα του χρονια!. Ο ιδιος μας εξιστορει:

Στο 'Δασος' πρωτογνωριστηκανε ο Μ. Βαμβακαρης και ο Μ.Γενιτσαρης με τον Β.Τσιτσανη
Καθως παιζανε στο μαγαζι, μπαινει μεσα ο Τσιτσανης και γυριζει ο Μαρκος και λεει στον Γενητσαρη.. οπως μου εχουν ειπει χαρακτηριστικα "Αυτος πρεπει να ειναι ο βλαχος που τραγουδαει καλαματιανα παιζοντας μπουζουκι.." μολις κανανε break (διαλημα) πηγανε κατ ευθειαν και του λενε. "πρωτη φορα σε βλεπουμε στο μαγαζι καλως ηρθες!". Τοτε ο Τσιτσανης τους συστηθηκε και αφου τα κοπανησαν καπως του ειπε ο Γενητσαρης.. "Ανεβα ρε Βασιλη και παιξε μας ενα κομματι!". Παιζωντας ο Τσιτσανης Ξετρελαθηκανε!. Και ετσι γνωριστικανε!. (Δ.Γ)





Καλοκαίρι 1955, στου "Βλάχου" στην Γλυφάδα. Από αριστερά: Όρθιος ο πιχειρηματιας Αντώνης Βλάχος!, Τασος Διατσιδης (κιθαρα), Τακης Μπινης, Ανθουλα Αλιφραγκη, Μητσος Χαριτος (μπουζουκι), Καραολης (ακορντεόν) και πίσω στο πιάνο ο Βαγγγελης Ησυχοπουλος "Μετζιτης".
*Φωτο απο το βιβλιο: "Τακης Μπινης - Βιος Ρεμπετικος" Ι.Κλειασιου.

"Το Δάσος" πριν τον Βλάχο ... με τα σαντουροβιόλια!
 Μέχρι το 1936 λειτουργούσε με σαντουροβιόλια υπό την διεύθυνση του Γιάννη Σερελέα, με τον Δημήτρη Σέμση «Σαλονικιό», τον Στελάκη Περπινιάδη, την Ρίτα Αμπατζή κ.α. Την αναφερόμενη χρονιά το πήρε ο Αντώνης Βλάχος!..

Copyrights©2016 Design By | Ακάλυπτος